Όλα τα παιδιά κάνουν πότε-πότε πράγματα ή δείχνουν συμπεριφορές που εμείς οι ενήλικες θεωρούμε ως ανεπίτρεπτες. Συχνά, πρόκειται για προβλήματα που αφορούν κάποια συγκεκριμένη κατάσταση (π.χ. το πρωινό ξύπνημα, αδελφικές συγκρούσεις, άρνηση σε διάφορες απαιτήσεις των γονιών κ.ά.) ή που εμφανίζονται στη διάρκεια περιόδων ιδιαίτερης συναισθηματικής έντασης (π.χ. γέννηση ενός αδελφού, επικείμενος χωρισμός των γονιών κ.ά.). Οι καταστάσεις αυτές είναι επώδυνες τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για τον περίγυρό του και συνήθως ξεπερνιούνται σχετικά εύκολα.
Οι διαμαρτυρίες προς τους ενήλικες αποτελούν απαραίτητο μέρος της εξέλιξης κάθε παιδιού. Το μικρό παιδί δοκιμάζει τα όριά του λέγοντας «Μπορώ μόνος» ή «Δεν θέλω», αρνείται να κάνει αυτό που του υποδεικνύουν οι γονείς του και εκδηλώνει χωρίς αναστολές τα συναισθήματά του όταν δεν γίνεται αυτό που θέλει. Οι περισσότεροι ενήλικες αποδέχονται τέτοιου είδους αντιδράσεις από ένα τρίχρονο παιδί, όχι όμως και από ένα παιδί σχολικής ηλικίας. Όταν ένα παιδί παραβαίνει επανειλημμένα κανόνες, αρχές ή προσδοκίες του άμεσου κοινωνικού του περίγυρου, τότε μιλάμε για προβλήματα συμπεριφοράς.
Οι δυσκολίες και τα εμπόδια είναι κομμάτι της ζωής του καθενός και οδηγούν συχνά σε εξέλιξη και ωριμότητα. Υπάρχουν πολλές έρευνες που δείχνουν πως παιδιά που δεν τους επιτρέπεται να βιώσουν και να αντιμετωπίσουν τις ματαιώσεις τους δεν εξελίσσονται όπως θα έπρεπε.
Ο παιδικός θυμός
Οι εκρήξεις θυμού στα παιδιά μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας άδικης μεταχείρισης ή διαφόρων μορφών κακομεταχείρισης του παιδιού, δηλαδή, αναμενόμενων αντιδράσεων απέναντι σε ανεπίτρεπτες ή ακόμα και τραυματικές καταστάσεις. Στις περιπτώσεις αυτές, απαιτείται, όπως είναι φυσικό, η λήψη άμεσων μέτρων που να διασφαλίζουν το δίκιο και την ασφάλεια του παιδιού.
Εδώ, όμως, θα αναφερθούμε σε παιδιά που αντιδρούν με έντονες εκρήξεις θυμού, ακόμα και απέναντι σε φαινομενικά ασήμαντες αποτυχίες ή ματαιώσεις της καθημερινής τους ζωής. Όταν ένα παιδί αντιδρά με τον τρόπο αυτό σημαίνει πως δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Για το λόγο αυτό, η λύση είναι ο εστιασμός στην πρόληψη και τη συνεργασία με το παιδί και τους ενήλικες που έχουν συχνή επαφή μαζί του. Με τον ίδιο τρόπο που δεν θα εξαναγκάζαμε ένα ανάπηρο παιδί να περπατήσει δίχως πατερίτσες, έτσι και από ένα παιδί, που έχει δυσκολίες αυτοελέγχου, δεν θα πρέπει να απαιτούμε κάθε φορά περισσότερα από αυτά που μπορεί να καταφέρει.
Δυστυχώς, υπάρχουν πολλές προκαταλήψεις για τα παιδιά που έχουν ένα εκρηκτικό ταμπεραμέντο, και, για το λόγο αυτό, περιγράφονται συνήθως ως αντιδραστικά, χειριστικά και με μεγάλη ανάγκη να βρίσκονται στο επίκεντρο της προσοχής του περίγυρού τους. Δεν πρόκειται, όμως, περί αυτού. Τα παιδιά αυτά κάνουν ό,τι καλύτερο μπορούν. Με τον ίδιο τρόπο που κάποια άλλα παιδιά μπορεί να αργήσουν να περπατήσουν, να μάθουν να διαβάζουν κ.τ.λ., έτσι και τα παιδιά με εκρηκτικό ταμπεραμέντο δεν έχουν επαρκώς εξελιγμένη την ικανότητα να μπορούν να σκέφτονται με τρόπο που να τα επιτρέπει να διαχειρίζονται ευέλικτα τις απαιτήσεις που θέτουν ορισμένες καθημερινές καταστάσεις. Ορισμένα τσιρίζουν και κλαίνε, ενώ κάποια άλλα χρησιμοποιούν σωματική επιθετικότητα.
Η βασική αιτία των προβλημάτων των παιδιών αυτών, λοιπόν, είναι η δυσκολία τους να ανταπεξέρχονται συναισθηματικά απέναντι σε ματαιώσεις, σε συνδυασμό με τη σαφή δυσκολία τους να σκέφτονται ευέλικτα, δηλαδή, με τη δυσκολία τους να ανταπεξέρχονται σε μία αλλαγή, σε ένα «όχι» ή σε κάτι που δεν γίνεται όπως το έχουν σκεφθεί.
Η ικανότητα ευελιξίας αφορά στον τρόπο σκέψης του παιδιού και σημαίνει ικανότητα αλλαγής του τρόπου σκέψης, δηλαδή, να μπορεί, για παράδειγμα, να βλέπει τα πράγματα από μία άλλη οπτική ή να μπορεί να σκέφτεται περισσότερες της μιας λύσεις για ένα πρόβλημα. Τα παιδιά που έχουν τέτοιου είδους δυσκολίες αδυνατούν συχνά να φαντασθούν τις συνέπειες των πράξεών τους, να σχεδιάσουν και να δομήσουν την πραγματικότητά τους, όπως οι περισσότεροι συνομήλικοί τους.
Ο καθοριστικός ρόλος της στάσης των ενηλίκων
Τα παιδιά χρειάζεται να έχουν πρόσβαση σε κάθε τους συναίσθημα, όσο επώδυνο και αν είναι, ώστε να μπορέσουν να εξελιχθούν. Μερικές φορές, όμως, προσπαθούμε να τα απαλλάξουμε από τα πιο δύσκολά τους συναισθήματα. Αυτό γίνεται βέβαια καλοπροαίρετα αλλά δεν βοηθά στην ουσία το παιδί. Πολλοί από εμάς δεν νιώθουν καλά βλέποντας ένα παιδί να κλαίει, να είναι θυμωμένο ή ματαιωμένο και απογοητευμένο. Στις περιπτώσεις αυτές, προσπαθούμε συνήθως να εξομαλύνουμε τα πράγματα, να κάνουμε το παιδί να ξεχάσει ή να στρέψουμε την προσοχή του αλλού. Για ποιον, όμως, το κάνουμε αυτό; Για το παιδί ή για εμάς τους ίδιους;
Ένα από τα σημαντικότερα πράγματα που μπορούμε να προσφέρουμε ως ενήλικες στο παιδί μας είναι να επιβεβαιώνουμε τα συναισθήματά του και να τα βοηθούμε να μπορούν να τα διαχειρίζονται αποτελεσματικά. Για να μπορέσουμε, όμως, να το κάνουμε αυτό χρειάζεται να γνωρίζουμε καλύτερα τον εαυτό μας. Αυτό μπορεί να γίνει, τουλάχιστον ως ένα βαθμό, εάν προσπαθήσουμε να απαντήσουμε σε ερωτήματα όπως: Πως διαχειρίζομαι εγώ τα συναισθήματά μου; Πως θέλω να επιβεβαιώνομαι συναισθηματικά από τους άλλους; Ποιες ήταν οι δικές μου εμπειρίες ως παιδί; Ικανοποιήθηκαν οι δικές μου κοινωνικές και συναισθηματικές ανάγκες; Αν ναι, με ποιον τρόπο και πόσο με βοήθησε;
Πολλοί γονείς προσπαθούν να δείξουν στο παιδί «ποιος είναι αυτός που κάνει κουμάντο», μπαίνοντας σε έναν αγώνα δύναμης μαζί του που συνήθως επιδεινώνει την κατάσταση και προκαλεί νέες εκρήξεις θυμού στο παιδί. Ελάχιστη έως καμία επίδραση δεν έχουν είτε οι τιμωρίες είτε οι επιβραβεύσεις, από τη στιγμή που οι δυσκολίες των παιδιών στα οποία αναφερόμαστε δεν οφείλονται σε έλλειψη κινήτρων αλλά σε μια αδυναμία τους.
Είναι σημαντική η αποφυγή καταστάσεων που γνωρίζουμε πως συχνά δημιουργούν προβλήματα ή ματαιώσεις στο παιδί. Εάν, για παράδειγμα, η εκμάθηση της ορθογραφίας τελειώνει συνήθως με πέταγμα των τετραδίων και των βιβλίων στο πάτωμα, ίσως θα ήταν καλό να μειωθεί ο όγκος και ο χρόνος της μελέτης στο σπίτι για κάποιο διάστημα. Η αποφυγή αυτή δεν σημαίνει ούτε ήττα του γονιού αλλά ούτε και υποχώρηση απέναντι στις υποχρεώσεις του παιδιού. Η στάση αυτή αποτελεί έμπρακτη εκδήλωση ευελιξίας -που δεν έχει και που θα πρέπει να μάθει να έχει το παιδί- προς αποφυγή εκρήξεων και για τη δημιουργία μεγαλύτερης ηρεμίας σε παιδί και γονιό που θα βοηθήσει στην προσπάθεια αποκατάστασης των ανεπαρκειών του παιδιού.
Ο γονιός θα πρέπει να αποφεύγει την υιοθέτηση ακραίων στάσεων και χειρισμών. Αυτό σημαίνει πως δεν αποτελούν λύση ούτε η άσκηση δύναμης επάνω στο παιδί αλλά ούτε και η παντελής παραίτηση του γονέα απέναντι στις δυσκολίες του. Η υιοθέτηση μιας στρατηγικής που να αποσκοπεί στην ενίσχυση της ευελιξίας του παιδιού και της ανοχής του απέναντι σε διάφορες ματαιώσεις αποτελεί την πλέον ενδεδειγμένη στάση. Αυτό μπορεί να γίνει ως εξής:
- Συναισθαντικότητα: ο γονιός/εκπαιδευτικός προσπαθεί να εντοπίσει τι είναι αυτό που προκαλεί ματαίωση στο παιδί, παρατηρώντας και ρωτώντας, π.χ. «Φαίνεσαι στεναχωρημένος, τι σου συμβαίνει;». Αυτό βοηθά σταδιακά το παιδί να μπορεί να εκφράζει λεκτικά τα συναισθήματά του, και άρα να έχει πολύ καλύτερο έλεγχο επάνω σε αυτά, έχοντας ταυτόχρονα και καλύτερη επικοινωνία με τον περίγυρό του.
- Προσδιορισμός του προβλήματος: ο γονιός/εκπαιδευτικός εκφράζει την άποψή του για την κατάσταση που προκάλεσε την έκρηξη του παιδιού, π.χ. «Δεν πρόλαβα να σου αγοράσω αυτό που σου υποσχέθηκα γιατί έπρεπε να μείνω για περισσότερο χρόνο στη δουλειά».
- Πρόταση εναλλακτικής λύσης: ενήλικας και παιδί προσπαθούν να βρουν μια λύση που να παίρνει υπόψη τα θέλω και των δύο πλευρών, π.χ. «Αν κάνεις λίγη υπομονή, σου υπόσχομαι πως θα έχεις αυτό που ζήτησες αύριο κιόλας».
Μια τέτοια στάση και συζήτηση γύρω από εναλλακτικές προσεγγίσεις του προβλήματος και για την κοινή λύση του βοηθά σταδιακά το παιδί να μπορεί να σκέφτεται πιο ευέλικτα όταν κάτι το ματαιώσει. Το βοηθούν να δημιουργήσει εντός του σημεία αναφοράς και τρόπους σκέψης που θα το βοηθήσουν να βρίσκει από μόνο του πιο αποτελεσματικές λύσεις για τις διάφορες καταστάσεις που αντιμετωπίζει.
Είναι σημαντική η φυσική εκτόνωση του θυμού
Οι φυσικές αντιδράσεις του θυμού θα πρέπει οπωσδήποτε να μπορούν να εκφράζονται με κάποιον τρόπο, γι΄αυτό και θα πρέπει να προτείνουμε στο παιδί διάφορες εναλλακτικές λύσεις/επιλογές, όπως:
Δεν είναι αποδεκτό:
– Να χρησιμοποιούμε άσχημες λέξεις, να χτυπάμε άλλους, να κλωτσάμε έπιπλα, να πετάμε ή να καταστρέφουμε αντικείμενα
Είναι αποδεκτό:
– Να φωνάζουμε όσο έχουμε ανάγκη στο δωμάτιό μας, να χτυπάμε ένα μαξιλάρι, να κλωτσάμε και να πετάμε μαξιλάρια
Ας μην ξεχνάμε πως ένα παιδί που έχει εκρηκτικό ταμπεραμέντο μπορεί να έχει υιοθετήσει τρόπους αντίδρασης των γονιών του και να διαχειρίζεται τον θυμό του ανάλογα. Είναι άστοχο να λέμε σε ένα πολύ θυμωμένο άτομο -πολύ περισσότερο αν πρόκειται για παιδί- «Δεν χρειάζεται να θυμώνεις!». Φυσικά και χρειάζεται! Οι έρευνες δείχνουν πως είμαστε πολύ πιο ήρεμοι όταν αυτοί που έχουμε γύρω μας αντιλαμβάνονται, κατανοούν και δεν απορρίπτουν ασυζητητί τη συναισθηματική μας διάθεση/αντίδραση.
Ο θυμός είναι ένα πολύ σημαντικό από πολλές απόψεις συναίσθημα που, όταν μπορούμε να τον διαχειριζόμαστε αποτελεσματικά, μετουσιώνεται σε δυναμισμό, αυτοπεποίθηση, αποφασιστικότητα και δημιουργικότητα. Για το λόγο αυτό, δεν θα πρέπει να ενοχοποιείται συλλήβδην. Είναι σημαντικό να νιώθει το παιδί πως έχει το δικαίωμα να θυμώνει αλλά και πως πρέπει να μάθει να τον διαχειρίζεται με τρόπο που να εκφορτίζει μεν την ενέργεια και την ένταση που νιώθει, όχι όμως σε βάρος άλλων ή του εαυτού του και με οποιονδήποτε τρόπο.
Πηγή: i-psyxologos.gr