Οι γονείς των διδύμων συχνά προβληματίζονται για το αν θα πρέπει τα παιδιά τους να πάνε στην ίδια ή σε διαφορετική τάξη στο σχολείο, καθώς και αν αυτό επηρεάζει τη γνωστική, κοινωνική και συναισθηματική τους ανάπτυξη. Στην Ελλάδα η απόφαση σχετικά με το διαχωρισμό ή όχι των διδύμων στην τάξη λαμβάνεται αποκλειστικά από τους γονείς, σε αντίθεση με άλλες χώρες, όπου σε πολλά εκπαιδευτικά ιδρύματα αποφασίζουν αποκλειστικά οι παιδαγωγοί. Πιο συγκεκριμένα έρευνες για το θέμα αυτό έδειξαν ότι σχολεία στην Αγγλία, Αυστραλία και Αμερική εφαρμόζουν συγκεκριμένες πρακτικές σε όλα τα δίδυμα παιδιά χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τη γνώμη των γονέων σχετικά με το διαχωρισμό. Η λογική αυτή υποστηρίζει, σύμφωνα με τον Koch (1966), ότι η στενή κοινωνική σχέση των διδύμων μπορεί να αποβεί επιζήμια στην ανάπτυξη τους, ενώ ο διαχωρισμός μπορεί να προωθήσει την ατομικότητα και την ανεξαρτησία τους.
Στις πρώτες έρευνες που έγιναν τη δεκαετία του 60 σχετικά με τις επιδράσεις του διαχωρισμού τάξεων στην προσαρμογή των διδύμων, βρέθηκε ότι τα ζευγάρια διδύμων που μπήκαν σε ξεχωριστές τάξεις είχαν καλύτερες επιδόσεις συγκριτικά με αυτά που πήγαν στην ίδια τάξη. Από την άλλη πλευρά οι νεότερες επιστημονικές έρευνες υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει μία μόνο απάντηση στην ερώτηση αυτή που απασχολεί τόσο τους γονείς όσο και τους παιδαγωγούς. Αυτό συμβαίνει γιατί τα αποτελέσματα των ερευνών μέχρι σήμερα είναι πολύ περιορισμένα και παρουσιάζουν ταυτόχρονα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα στο διαχωρισμό των διδύμων στην τάξη ανάλογα με την κάθε περίπτωση.
Επομένως οι πιο σημαντικοί λόγοι σχετικά με το διαχωρισμό των διδύμων στη σχολική τάξη αφορούν στην ενίσχυση της ατομικής τους ανάπτυξης. Δίνεται στα παιδιά η δυνατότητα να λειτουργούν ως μεμονωμένα άτομα μέσα στην τάξη και αυτό συμβάλλει στη μείωση της σύγκρισης και της ανταγωνιστικότητας μεταξύ των διδύμων. Το κάθε παιδί μπορεί να πάρει δικές του αποφάσεις χωρίς την επιρροή του/της αδερφού/ής του και του δίνεται η ευκαιρία να κοινωνικοποιηθεί και να κάνει νέους φίλους ως μεμονωμένο άτομο. Ακόμη ο εκπαιδευτικός έχει περισσότερες πιθανότητες να συγκρίνει το παιδί με τους συμμαθητές του αντί με το/τη δίδυμο/η αδερφό/ή του όπως συνηθίζεται.
Από την άλλη πλευρά, η άποψη ότι τα δίδυμα πρέπει να είναι μαζί βασίζεται στην πεποίθηση ότι ο διαχωρισμός αυτός μπορεί να προκαλέσει δυσάρεστα συναισθήματα και να συμβάλλει στο να προκληθούν συναισθηματικές δυσκολίες. Τα δίδυμα αδέρφια έχουν μάθει να προσφέρουν στήριξη το ένα στο άλλο μέσα στην καθημερινότητα τους και η έλλειψη αυτής της υποστήριξης μπορεί να τους δημιουργήσει πρόβλημα, ιδίως σε περιπτώσεις που δεν έχουν βρεθεί σε ξεχωριστές δραστηριότητες εκτός σχολείου. Οι γονείς, από την πλευρά τους, έχουν το αίσθημα μεγαλύτερης ασφάλειας ότι τα παιδιά είναι μαζί σε μια νέα για αυτά εμπειρία και ταυτόχρονα νιώθουν μεγαλύτερη σιγουριά ότι θα λάβουν ισότιμες εκπαιδευτικές ευκαιρίες.
Μπορεί στο σχολείο η σύγκριση των διδύμων να μειώνεται αλλά αυξάνεται στο σπίτι όταν για παράδειγμα υπάρχει μεγαλύτερη πρόοδος στο ένα από τα δύο παιδιά λόγω διαφορετικού ρυθμού της κάθε τάξης. Επιπλέον ο εκπαιδευτικός δεν έχει τη δυνατότητα να κατανοήσει πως λειτουργεί το παιδί που είναι δίδυμο σε περιπτώσεις πχ. που αλλάζει η συμπεριφορά του επειδή το άλλο παιδί αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα.
Όπως σε όλα τα ζητήματα που αφορούν στην ανάπτυξη και εξέλιξη των παιδιών μας δεν υπάρχει μία και μοναδική απάντηση. Κάθε περίπτωση είναι ξεχωριστή και με αυτό τον τρόπο θα πρέπει να εξετάζεται. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι η συνεργασία της οικογένειας με τους εκπαιδευτικούς για τη λήψη της απόφασης σχετικά με την τοποθέτηση των παιδιών στην ίδια ή σε διαφορετική τάξη, αλλά και τη συνεχή αξιολόγηση της απόφασης αυτής με σκοπό να γίνει αναπροσαρμογή στις περιπτώσεις όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο. Όπως τα δίδυμα είναι δύο ξεχωριστές προσωπικότητες έτσι και η μεταξύ τους σχέση και δυναμική είναι μοναδική και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται στη λήψη αποφάσεων που αφορά στη διαχείριση της ζωής τους.